Σε συνομιλία για τον τουρισμό και πως μπορεί η Ελλάδα να γίνει ένας πιο βιώσιμος τουριστικός προορισμός, βρέθηκαν ο Πρόεδρος της Considerate Hoteliers, Graham Miller, ο Διευθύνων Σύμβουλος του οργανισμού Center for Responsible Travel, Gregory Miller, ο Διευθύνων Σύμβουλος του Travel Foundation, Jeremy Sampson, ο Διευθύνων Σύμβουλος του Global Sustainable Tourism Council GSCT, Randy Durband και τέλος η κα Ανδρεάδη Ελένη, Director of Sustainability του ομίλου Sani-Ikos Group.
Η συζήτηση που πραγματοποιήθηκε υπό το πλαίσιο των συζητήσεων του 6ου Οικονομικού Forum των Δελφών, τελεί υπό την Αιγίδα της Α.Ε. της Προέδρου της Δημοκρατίας, Κατερίνας Σακελλαροπούλου, ενώ τον συντονισμό ανέλαβε η κ. Μαριάννα Σκυλακάκη, αρχισυντάκτρια του αθηΝΕΑ .
Για λογαριασμό του Center for Responsible Travel, ο Graham Miller δήλωσε πως οι εταιρείες δεν γίνεται πλέον να μην επενδύουν σε βιώσιμη ανάπτυξη. Κατά την τοποθέτησή του εξηγεί πως μία εταιρεία που επενδύει, σε «πράσινη» ανάπτυξη, με σκοπό να γίνει οικολογική, έχει σαφέστατα μεγαλύτερη και καλύτερη δημοσιότητα. Εταιρείες που δεν αναπτύσσουν τα προϊόντα τους ώστε να είναι πιο βιώσιμα και οικολογικά, υπόκεινται στον κίνδυνο αρνητικής διαφήμισης, πολύ περισσότερο μέσω διαδικτύου και social media.
Στατιστικά έχει αποδειχθεί πως επενδύσεις σε σύγχρονα μέσα για την εξοικονόμηση ενέργειας και υδάτινων πόρων, δεν είναι απαραίτητα ακριβές επενδύσεις, ωστόσο έχουν μεγάλο και θετικό αποτέλεσμα. Για παράδειγμα, εάν μία ξενοδοχειακή μονάδα, επενδύσει σε automatic sensors που θα παρεμβαίνουν σβήνοντας τα φώτα όταν ο επισκέπτης απουσιάζει από το δωμάτιο, τότε μπορεί να εξοικονομήσει έως και 15% από το κόστος ενέργειας.
Κατά την ομιλία του, ο Graham Miller αναφέρει «Μάλιστα, θα σας έλεγα ότι εγώ, ως καθηγητής, θα έδινα με ευχαρίστηση μία συστατική επιστολή σε έναν φοιτητή μου για μία εταιρεία που ακολουθεί καλές πρακτικές στον τομέα αυτόν και όχι για κάποια άλλη εταιρεία που δεν ασχολείται με την οικολογία και την προστασία του περιβάλλοντος. Πιστεύω ότι οι ταλαντούχοι νέοι ενδιαφέρονται να έχουν στο βιογραφικό τους ότι εργάζονται για μία εταιρεία με καλές πρακτικές»
Αντίστοιχα, από την θέση του Global Sustainable Tourism Council, o Randy Durband αναφέρει πως η πανδημία έχει κάνει τους ταξιδιώτες «σοφότερους», καθώς αναζητούν όλο και περισσότερο προορισμούς που σέβονται το περιβάλλον. Πιο συγκεκριμένα, «Τα τελευταία 5-10 χρόνια αυτή είναι η τάση στον τουρισμό. Θα τολμούσα όμως να πω ότι αυτό παρατηρείται άνισα στην κοινωνία, είναι ένα χαρακτηριστικό των μορφωμένων, των διαβασμένων και ευαισθητοποιημένων επισκεπτών. Επίσης είναι γεγονός ότι οι ταξιδιώτες δεν ρωτούν πολλά για ένα ξενοδοχείο πριν το επισκεπτούν, αλλά τους ικανοποιεί αν όταν φτάσουν σε αυτό δουν ότι αυτό ακολουθεί οικολογικές και καλές πρακτικές. Οι νέοι κάτω των 35 ετών είναι πιο ευαισθητοποιημένοι και ειδικά τώρα μετά την πανδημία, δίνουν ιδιαίτερη αξία στο τι είναι πραγματικά σημαντικό στη ζωή».
Ο Gregory Miller για το Center for Responsible Travel, επισήμανε ότι πρέπει να υπάρξει μία στροφή της βιομηχανίας του τουρισμού από την ποσότητα, στην ποιότητα. Ο υπερ-τουρισμός είναι μία απειλή για την βιωσιμότητα αρκετών περιοχών και σε συνδυασμό με τις απαγορεύσεις της πανδημίας, έχει επιτευχθεί να γίνει πιο κατανοητό ότι αυτό που προέχει είναι η υγεία του περιβάλλοντος, με την χρήση τεχνολογίας που βοηθά στην διατήρηση του περιβάλλοντος και φυσικά χωρίς να γίνεται κατάχρηση των φυσικών πόρων ενός μέρους.
Μαζί με τον Gregory Miller, συμφωνεί και συνυπογράφει ο Jeremy Sampson για το Global Sustainable Tourism Council που τόνισε την σημασία της ποιότητας, λέγοντας πως οι τουρίστες που ξοδεύουν περισσότερα συνήθως δεν είναι προτιμητέοι, καθώς σημασία έχει το οικολογικό αποτύπωμα που αφήνει κανείς σε ένα ταξίδι του και όχι τι ή πόσο ξοδεύει.
«Αν δεν είναι ένα οικοσύστημα υγιές, αν εξαντλούμε τους φυσικούς πόρους ενός τόπου, τότε το οικολογικό μας αποτύπωμα είναι μεγάλο και κακό και δεν έχει σημασία αν έχει αποφέρει κέρδος. Σε όλα, όπως και στον τουρισμό, πρέπει να υπάρξει ισορροπία. Ακόμη και στην κατανάλωση τροφών, που πρέπει να είναι η διατροφή ισορροπημένη μεταξύ κρέατος και λαχανικών. Συνεπώς, αυτό που προέχει είναι η ποιότητα στη ζωή μας και όχι η ποσότητα».
Τέλος, για λογαριασμό του Ομίλου Sani/Ikos, η Ανδρεάδη Ελένη, εκπροσωπώντας τον όμιλο ξενοδοχείων που διευθύνει από τη θέση της Director of Sustainability τόνισε πως βασική προϋπόθεση είναι η σωστή εκπαίδευση του προσωπικού σε θέματα περιβάλλοντος και καλών πρακτικών. Μίλησε για την ανταπόκριση των νέων σε καλές πρακτικές, ωστόσο το δίλημμα κατά την κα Ανδρεάδη δεν είναι να έχεις κέρδος ή να ακολουθείς «πράσινες πρακτικές», ενώ υποστηρίζει πως αυτοί οι δύο παράγοντες μπορούν να συνυπάρχουν αρμονικά σε μία επένδυση.
Στην αναφορά της, δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι στα ξενοδοχεία του Ομίλου εφαρμόζονται ήδη με μεγάλη επιτυχία πρακτικές εξοικονόμησης ενέργειας, ενώ ένα από αυτά είναι ήδη plastic free, ενώ παράλληλα στόχος είναι σύντομα όλα τα ξενοδοχεία του ομίλου να είναι zero waste. Η επιτυχία του εγχειρήματος στηρίζεται κατά μεγάλο ποσοστό από την ευαισθητοποίηση όλων των εμπλεκομένων, αλλά κυρίως των εργαζομένων σε τουριστικές επιχειρήσεις αυτής της κατηγορίας.